//
Διεθνή

Πάνω στη στρατηγική και τις τακτικές της Επανάστασης στην Αργεντινή (2002)

Έχουν περάσει ήδη 6 μήνες από τα επαναστατικά γεγονότα του Δεκέμβρη στην Αργεντινή. Το καθεστώς έχει βρει στον Ντουάλτε ένα προσωρινό καταφύγιο που όμως δεν εμπνέει καμία εμπιστοσύνη, ούτε προς την αστική αλλά ούτε και προς την εργατική τάξη. Και αυτό γιατί ο πρόεδρος δεν έδωσε καμία ριζική λύση σε κανένα πρόβλημα.

Σίγουρα οι δρόμοι της Αργεντινής δεν θυμίζουν τις εκρηκτικές μέρες του Δεκέμβρη. Όμως αυτό δεν σημαίνει ότι τα πράγματα έχουν βρει την κανονική τους ροή. Αντίθετα. Όλοι έχουν την αίσθηση ότι η σύγκρουση του Δεκέμβρη όχι μόνο δεν έχει τελειώσει αλλά ότι είναι μόνον η αρχή. Η σημερινή φάση περισσότερο μοιάζει με μια προσωρινή ανάπαυλα –ίσως και μέχρι να τελειώσει το Μουντιάλ- μέχρι την επόμενη κοινωνική έκρηξη.

Όμως ακόμα και τώρα έχουμε μια σειρά απεργιών, καταλήψεων και διαδηλώσεων που διατηρούν το κλίμα αρκετά τεταμένο. Ωστόσο η εργατική τάξη και οι άνεργοι έχουν να ξεπεράσουν ένα καθοριστικό πρόβλημα που είναι η προδοτική τους ηγεσία. Οι γραφειοκράτες της επίσημης CGT του Νταέρ ενός ρουφιάνου της κυβέρνησης, της ανεπίσημης CGT του Μογιάνο, αλλά και των CTA/CCC μιας συνδικαλιστικής οργάνωσης που συσπειρώνει δημόσιους υπαλλήλους και ανέργους δεν δείχνουν καμία διάθεση να αμφισβητήσουν πολιτικά της κυβέρνηση.

Από την άλλη οι Λαϊκές Συνελεύσεις αντιμετωπίζουν δύο ουσιαστικά προβλήματα.

Πρώτον δουλεύουν περισσότερο σε επίπεδο γειτονιάς αναλαμβάνοντας να καλύψουν προβλήματα καθημερινής επιβίωσης. Χωρίς αυτό να είναι λάθος, το χτίσιμο ενός κοινωνικού δικτύου αλληλεγγύης δεν μπορεί από μόνο του να γίνει μια πολιτική εναλλακτική λύση στο σημερινό καθεστώς. Οι Λαϊκές Συνελεύσεις αν δεν θέλουν να μείνουν στο ρόλο της νοσοκόμας θα πρέπει να γίνουν όργανα εξουσίας. Φαίνεται όμως ότι προς το παρόν επικρατούν απόψεις που υποτιμούν τον κεντρικό πολιτικό αγώνα με το σκεπτικό ότι γενικώς η πολιτική είναι μια πολύ βρώμικη υπόθεση. Το δεύτερο είναι η έλλειψη μιας στοιχειώδους οργανωτικής δομής των Συνελεύσεων. Χωρίς ένα πρόγραμμα, και χωρίς μια ηγεσία η οποία φυσικά θα είναι άμεσα εκλεγμένη και ανακλητή από τις συνελεύσεις, τα όργανα αυτά δεν θα μπορέσουν να ξεπεράσουν την σημερινή τους κατάσταση. Το πιο πιθανό μάλλον θα είναι να εκφυλιστεί ακόμα και αυτό που κάνουν σήμερα αν τα αποθέματα του Δεκέμβρη τελειώσουν. Γιατί οι Συνελεύσεις είναι προϊόν της εξέγερσης που έριξε 4 προέδρους. Αν το εργατικό κίνημα δεν περάσει σε μια ανώτερη φάση αυτό θα σημάνει και το τέλος των Λαϊκών Συνελεύσεων.

Βεβαίως όλα αυτά θα μπορούσαν να λυθούν με μια πλούσια συζήτηση στο εσωτερικό του κινήματος. Όμως αυτή η κουβέντα δεν μπορεί να γίνει με καμία άνεση. Γι’ αυτό ακριβώς φροντίζουν οι παρακρατικές συμμορίες που στήνονται κατά εκατοντάδες και επιτίθενται όχι μόνο σε αγωνιστές αλλά και σε ολόκληρες συνελεύσεις. Μέλη αυτών των λαϊκών συνελεύσεων έχουν γίνει στόχοι βίας από τα μεγάλα πολιτικά κόμματα. Συμπαθούντες του Περονιστικού Κόμματος και της Ριζοσπαστικής Λαϊκής Ένωσης έχουν προσπαθήσει να εκφοβίσουν τους πιο δραστήριους των συνελεύσεων, μερικοί από τους οποίους έχουν υποστεί και σωματική βία.

Μια νοσοκόμα σε ένα νοσοκομείο δήλωσε ότι την είχε σπάσει στο ξύλο μέχρι αναισθησίας ένας άγνωστος που την παρακολουθούσε για αρκετές μέρες. Μια άλλη λαϊκή συνέλευση είχε δεχτεί επίθεση από περίπου 200 άνδρες. Εισέβαλαν κατά τη διάρκειά της και χτύπησαν αλύπητα με ρόπαλα τους συμμετέχοντες. Τηλεφωνικές απειλές και άλλες μορφές τρομοκράτησης έχουν γίνει ρουτίνα για τα μέλη των λαϊκών συνελεύσεων. Την πρωτομαγιά ένας από τους ηγέτες του κινήματος των δασκάλων ο τροτσκιστής Νέστορ Σεγκούντο Χερέρα δολοφονήθηκε άγρια μέσα στο σπίτι του από άγνωστους που του έκοψαν το λαιμό. Όλα δείχνουν ότι τα περιθώρια στενεύουν. Αν το κίνημα δεν φροντίσει για την αυτοάμυνά του, πράγμα που απαιτεί οργάνωση και πολιτική θέληση θα δεχτεί ακόμα περισσότερα παρακρατικά χτυπήματα που θα σπείρουν τη σύγχυση και την απογοήτευση. Αυτός είναι ακόμα ένας λόγος για να καταπολεμηθούν οι ηλίθιες πασιφιστικές και αντιεξουσιαστικές αντιλήψεις.

Στο αφιέρωμα αυτό αναδημοσιεύουμε ένα κείμενο των συντρόφων από την LRCI (Ένωση για μια Επαναστατική Κομμουνιστική Διεθνή) μια διεθνή τροτσκιστική με κύρια οργάνωση το Workers Power της Αγγλίας. Χωρίς να συμφωνούμε απόλυτα με τις απόψεις των συντρόφων ωστόσο πιστεύουμε ότι η συμβολή στη συζήτηση για το μέλλον της επανάστασης στην Αργεντινή είναι ουσιαστική όχι μόνο για μας που βρισκόμαστε μερικές χιλιάδες μίλια μακριά αλλά και για τους συντρόφους της χώρας αυτής που δίνουν τη ζωή τους για τη σοσιαλιστική επανάσταση.

Πάνω στη στρατηγική και τις τακτικές της Επανάστασης στην Αργεντινή

Τα άμεσα αποτελέσματα της βαθιάς οικονομικής κρίσης στην Αργεντινή συνδέεται με τον οικονομικά εξαρτημένο ρόλο που το κράτος αναγκάζεται να παίξει από τον ιμπεριαλισμό. Η εξάρτηση αυτή ποτέ δεν υπήρξε πιο οξεία. Έκτός από τις περιόδους της λεγόμενης ανάπτυξης στα τέλη του δεκάτου ενάτου και τις αρχές του εικοστού αιώνα, καθώς και κατά τη δεκαετία του 1940, η Αργεντινή ποτέ δεν ξέφυγε από την κατάσταση της ημιαποικίας – πολιτικά ανεξάρτητη αλλά οικονομικά εξαρτημένη – πρώτα του Βρετανικού και κατόπιν του Αμερικάνικου ιμπεριαλισμού.

Το μπέρδεμα όσον αφορά στην κατάσταση στην Αργεντινή απορρέει από το γεγονός ότι είναι μια ανεπτυγμένη ημιαποικία με μια ταξική δομή, εξαιρετικής σημασίας, πολύ πιο κοντά σε μια ανάλογη μιας δεύτερης ή τρίτης δύναμης κρίκων της ιμπεριαλιστικής αλυσίδας, παρά με την τυπική δομή των άλλων χωρών της Λατινικής Αμερικής. Έτσι, παρατάσσοντας τα φθίνοντα στατιστικά στοιχεία, μπορούμε να δούμε ότι το 1945 η Αργεντινή είχε το ίδιο ανά κεφαλή εισόδημα όπως ο Καναδάς ή στις αρχές της δεκαετίας του 1970 συγκρίνοντας στοιχεία αντίστοιχα με αυτά της Ιταλίας παρουσιάζονται μεγάλες ομοιότητες.

Αυτά τα “στοιχεία” χρησιμοποιούνται ανειλικρινώς από αυτούς που είτε δεν τα καταλαβαίνουν είτε απορρίπτουν de facto τη θεωρία του Λένιν για τον ιμπεριαλισμό και τα πολιτικά καθήκοντα που απορρέουν από αυτή –δηλαδή την υποστήριξη μιας πολιτικής (ή οικονομικής) σύγκρουσης με τον ιμπεριαλισμό. Όμως η επαναστατική θέση του Λένιν και του Τρότσκι είναι ότι κράτη όπως η Αργεντινή είναι καταπιεσμένα και υπερεκμεταλλευόμενα και σε οποιαδήποτε σύγκρουσή τους με τον ιμπεριαλισμό (για παράδειγμα κατά τη διάρκεια του πολέμου στις Μαλβίδες) ήταν και είναι απόλυτο καθήκον για τους επαναστάτες όλων των χωρών (και κυρίως των ιμπεριαλιστικών) να υποστηρίζουν τη νίκη του κράτους αυτού όπως η Αργεντινή ενάντια σ’ ένα κράτος όπως η Βρετανία.

Ανάλογα στις οποιεσδήποτε συγκρούσεις μεταξύ της αργεντινής κυβέρνησης και του ΔΝΤ, όχι μόνο στηρίζουμε την αργεντινή κυβέρνηση αλλά ζητάμε άμεσα μέτρα υπεράσπισης του λαού της και να σταματάμε να δρούμε σαν άνανδροι υπηρέτες του ιμπεριαλισμού. Για μας ο πατριωτισμός του καταπιεσμένου κράτους είναι ποιοτικά διαφορετικός απ’ αυτόν του καταπιεστή και δεν τους εξισώνουμε.

Οι επαναστάτες στα καταπιεσμένα κράτη πρέπει να λειτουργούν με συνέπεια στην άποψη της στρατηγικής της διαρκούς επανάστασης- να υπερασπίζουν το κράτος τους (τα συμφέροντα των λαϊκών τους τάξεων) ενάντια στον ιμπεριαλισμό. Αυτοί οι “επαναστάτες”, όπως το IST (διεθνή τάση του ΣΕΚ) και το CWI (Ξεκίνημα) που αγνοούν ή αντιτίθονται σ’ αυτό λέγοντας πως η Αργεντινή και οι ΗΠΑ είναι “και οι δύο ιμπεριαλιστικά κράτη” δεν είναι μόνο Οικονομιστές αλλά Ιμπεριαλιστικοί Οικονομιστές σύμφωνα με τους όρους του Λένιν- δηλαδή παίζουν το παιχνίδι των ιμπεριαλιστών.

Η Αργεντινή κατάρρευσε οικονομικά κατά τις δεκαετίες 1970- 1980 που οδήγησε στη βαριά ήττα της εργατικής τάξης, στη στρατιωτική δικτατορία και με την επιστροφή της αστικής δημοκρατίας στο φιλελευθερισμό του Ριζοσπαστισμού και κατόπιν του Περονισμού υπό τον Κάρλος Μένεμ. Η Αργεντινή- από κοινού με την πλειοψηφία των άλλων κρατών της Λατινικής Αμερικής- υπέφερε τη “χαμένη δεκαετία” (1980) από τη χαμηλή ή ανύπαρκτη, κλιμακωτή χρεωστική ανταπόδοση σε ξένους τραπεζίτες κ.λ.π.

Το 1991 ο Κάρλος Μένεμ και ο υπουργός οικονομικών του Ντομίνγκο Καβάλο εφάρμοσαν πλήρως την νεοφιλελεύθερη συνταγή. Στην προσπάθεια να ξεφύγουν από τον υπέρ- πληθωρισμό η Αργεντινή υιοθέτησε το αντιπληθωριστικό “αλεξίσφαιρο” (της ισοτιμίας 1:1) δολαρίου- πέσο. Στην αρχή οι ξένες επενδύσεις έρεαν στο κράτος για να επωφεληθούν από τα ξεπουλήματα κρατικών κεφαλαίων.

Αλλά το 1998 η Αργεντινή έπεσε σε κρίση: οι εξαγωγές τις υπερτιμήθηκαν εκτός Λατινικής Αμερικής. Οι ξένοι επενδύτες καθώς και οι αργεντινοί επιχειρηματίες και πολιτικοί οργάνωσαν τη μεταφορά των κεφαλαίων στην Ουρουγουάη και αλλού. Μεγάλα κομμάτια της βιομηχανίας χρεοκόπησαν, απολύοντας τους εργάτες τους και καταστρέφοντας έτσι τους επενδυτές μεσαίας τάξης.

Η αργεντινή αστική τάξη είναι αφοσιωμένη στον ιμπεριαλισμό. Ούτε για μια στιγμή δεν σκέφτηκε να αντισταθεί στην αυξανόμενη λιτότητα του ΔΝΤ, δουλεύοντας για τις μεγάλες επιχειρήσεις και τράπεζες του της Βόρειας Αμερικής και της δυτικής Ευρώπης.

Οκτώ τέτοια πακέτα μείωσαν μισθούς, περιέκοψαν υπηρεσίες όπως υγεία και εκπαίδευση, ιδιωτικοποίησε και έκλεισε εργοστάσια και βιομηχανίες,. Υπήρχε ένα και μοναδικό δίλημμα: είτε να εγκαταλειφθεί από κοινού το πέσο (τραπεζίτες και αντιπρόσωποι των ξένων επενδυτών), είτε να εγκαταλειφθεί η ισοτιμία 1:1 και να γίνει υποτίμηση (βιομήχανοι και ντόπιο εμπορικό κεφάλαιο).

Η ριζοσπαστική- Frepaso κυβέρνηση του Φερνάντο ντε λα Ρούα κληρονόμησε την καταστροφική κατάσταση που όλο χειροτέρευε από τον Κάρλος Μένεμ και από το νεοφιλελεύθερο Partido Justicialista. Αλλά επειδή ο συνασπισμός είχε πολύ πιο αδύνατους οργανικούς δεσμούς με τα συνδικάτα, αντιμετώπισε τεράστιες κοινωνικές αναταραχές όταν να επιβάλλει τη λιτότητα του ΔΝΤ. Έπρεπέ να δανείζεται συνεχώς για να κρατήσει μια υποτυπώδη σταθερότητα, όσον αφορά στις γενικές απεργίες και διαδηλώσεις των ανέργων, που μπλόκαραν ή πίεζαν για την ελάττωση των μέτρων του με μαζική δράση.

Τελικά το Νοέμβρη και Δεκέμβρη το ΔΝΤ σταμάτησε τα περαιτέρω δάνεια. Ο Ντε λα Ρούα αναγκάστηκε να επιβάλλει το πάγωμα των αναλήψεων (the coralito) για να σταματήσει το λαό να τρέξει στις τράπεζες και να γλιτώσει το πέσο από την κατάρρευση. Η μεγαλύτερη μαχητική γενική απεργία από τις οκτώ που έλαβαν χώρα από τότε που άρχισε η κρίση, ένα τεράστιο κύμα κινητοποιήσεων των ανέργων, απέδειξε ότι οι μάζες δεν είχαν καμιά διάθεση να υποστούν άλλη λιτότητα.

Μια σειρά σκανδάλων τους ναυάγησε και η διεφθαρμένη δικαστική αρχή, η οποία επίσης λαθραία ξεπουλούσε την κρατική περιουσία εκτός κράτους. Συνεχόμενες διαμαρτυρίες πείνας, λεηλασίες σούπερ μάρκετ κ.λ.π. Η μεσαία τάξη που ήταν η βάση των ριζοσπαστών μαζικά αποξενώθηκε.

Το συνδικάτο των Περονιστών γραφειοκρατών- αμφότεροι ο Ροδόλφος Ντάερ, επίσημος συντηρητικός ηγέτης της CGT και ο Ούγκο Μογιάνο ο πιο ριζοσπάστης διαφωνών αρχηγός του CGT και η ηγεσία των πικετέρος CTA/CCC,- όλοι ενωμένοι για να αποστρατεύσουν την εργατική τάξη και τους άνεργους κατά τη διάρκεια των ημερών της επανάστασης ακύρωσαν τη γενική απεργία της 19 Δεκεμβρίου την ώρα που οι Σάα, Ντουάλτε και Κο συζητούσαν για τη δημιουργία κυβέρνησης εθνικής σωτηρίας.

Δεν ήταν θέμα μονάχα δειλίας και γραφειοκρατικής διαφθοράς, αλλά φόβου μπροστά στη συμμετοχή των προλεταρίων και την επαναστατική έκρηξη και εξαιτίας της υποταγής τους στο ένα ή στο άλλο κόμμα της αστικής τάξης όπου υπάγονταν. Ήταν η πιο παραστατική έκφραση αυτού που ο Τρότσκι περιέγραφε στοΜεταβατικό Πρόγραμμα, “Η μεγαλύτερη κατηγορία που η Τέταρτη Διεθνής απευθύνει κατά των παραδοσιακών οργανώσεων του προλεταριάτου είναι το γεγονός ότι δεν επιθυμούν να αποχωριστούν από την πολιτική δομή της αστικής τάξης”.

16. Έτσι η μεσαία τάξη, οι άνεργοι, οι νέοι και μια μικρή ομάδα μαχητικών συνδικαλιστών που είχαν σπάσει ή διαγραφεί από τα συνδικάτα, ήταν ανεξέλεγκτοι και από τα αστικά κόμματα και από το συνδικαλιστικό καθεστώς. Οι δυνάμεις αυτές αποδείχτηκαν αρκετές και αριθμητικά και όσον αφορά στο θυμό και το κουράγιο τους, να μπλοκάρουν τη μια μετά την άλλη τις προσπάθειες για μια “ειρηνική” μετάβαση εξουσίας πίσω από τις πλάτες των μαζών.

Εκατοντάδες χιλιάδες- ίσως εκατομμύριο- διαδηλωτές κατέκλυσαν τους δρόμους σε ένα άνευ προηγουμένου πανεθνικό λαϊκό ξεσηκωμό, που προκλήθηκε από τη δήλωση του Ντε λα Ρούα ότι το κράτος τίθεται σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Στην Πλατεία ντε Μάγιο και έξω από το Κογκρέσο- όπως και στις κυριότερες πόλεις σ’ ολόκληρη τη χώρα, εργαζόμενοι, άνεργοι, φοιτητές μάχονταν για μέρες τις δυνάμεις της αστυνομίας.

Ο ηρωικός τους αγώνας- που στοίχισε πάνω από 40 νεκρούς διαδηλωτές- ανέβασε τη στάθμη της πολιτικής κρίσης στο σημείο όπου όλες οι προσπάθειες του Ντε λα Ρούα να στήσει στα πόδια της την κυβέρνηση εθνικής ενότητας να αποτύχουν. Οι πολιτικοί- οι Ριζοσπάστες και οι αντίπαλοι Περονιστές βαρόνοι- πάλευαν σα γάτες στο σακί. Μόνο όταν ο Εντουάρντο Ντουάλτε, ένας πιο παραδοσιακός περονιστής ηγέτης, με παράδοση στη λεκτική αντιπαράθεση με τον νεοφιλελευθερισμό του Μένεμ και του Ντε λα Ρούα, κλίθηκε επιτέλους στην εξουσία από το απελπισμένο Κογκρέσο, έδωσε προσωρινή λύση στην κρίση και οι δυνατές κινητοποιήσεις των μαζών τελείωσαν.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αυτές ήταν αληθινά μέρες επαναστατικές- που ανέτρεψαν μια “δημοκρατική” κυβέρνηση για πρώτη φορά στην ιστορία της Αργεντινής, εμποδίζοντας πολλές προσπάθειες του πολιτικού καθεστώτος να συνεχίζει να ανεβάζει προέδρους και κυβερνήσεις που θα μπορούσαν να επιβάλλουν τη δικτατορία του ΔΝΤ και να αποφορτίσουν την κρίση εις βάρος των λαϊκών μαζών. Τα γεγονότα αυτά αποτελούν την έναρξη μιας επαναστατικής περιόδου ή εξέλιξης στην Αργεντινή.

Η περίοδος αυτή άρχισε με μια επαναστατική κατάσταση που θα μπορούσε να μεταβληθεί σε μια ολοκληρωτική επαναστατική έκρηξη αν ο Ντε λα Ρούα και ο Ροντρίγκες Σάα δεν είχαν παραχωρήσει τη θέση τους στον Ντουάλτε. Αυτός μόνος του αποδείχτηκε ικανός να μπόρεσε να αποτρέψει τον άμεσο κίνδυνο της επανάστασης με την ενεργή συμμετοχή των γραφειοκρατικών σωματίων. Όμως η ήδη σημειωθείσα οικονομική και πολιτική κρίση παρέμενε. Έτσι η κατάσταση παρέμεινε προεπαναστατική- δυνητικά επαναστατική.

Αυτό βέβαια δε σημαίνει ότι η επαναστατική έκρηξη είναι μια αυτόματη διαδικασία. Πρέπει να αποφασιστεί από τον ταξικό αγώνα- από την επιτυχία της στρατηγικής και της ηγεσίας που η αντίπαλη τάξη υιοθετεί, ποιο στρατόπεδο η μεσαία τάξη διαλέγει να ακολουθήσει. Το αποτέλεσμα μπορεί να είναι μια “δημοκρατική” ή δικτατορική αντεπανάσταση. Πραγματικά αργά ή γρήγορα, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο θα συμβεί, αν η εργατική τάξη παραστεί ανίκανη να λύσει την κρίση παίρνοντας τη εξουσία στα χέρια της. Οι θεωρίες πάνω στη διάρκεια αυτής της διαδικασίας πριν από την έλευση της κρίσιμης στιγμής είναι άστοχες και επικίνδυνες.

Για να συνοψίσουμε, σύνθημα “αν όχι τώρα, τότε ποτέ” μπορεί να οδηγήσει επίσης σε τυχοδιωκτισμό, πραξικοπηματικές ενέργειες κ.λ.π., δια των οποίων η πρωτοπορία σπάει το λαιμό της. Ή μπορεί να οδηγήσει σε υστερική προπαγάνδα χωρίς καρπούς. Από την άλλη μεριά το να χάνεις αποφασιστικές καμπές, αποδεικνύει ότι το να νομίζεις ότι βρίσκεσαι σε μεγάλης διάρκειας επαναστατική περίοδο μπορεί να είναι επίσης λάθος. Το φλέγον θέμα είναι α) να πειστεί η πρωτοπορία με μία αντικειμενικά επιστημονική στρατηγική και β) να γίνει συνείδηση ότι η πλειοψηφία της εργατικής τάξης πρέπει να κερδιθεί βήμα- βήμα στην ανάγκη του αγώνα για την εξουσία και να αναλάβει δράση για να το καταφέρει. Αυτό επιζητά υπομονετικές εξηγήσεις στην πρωτοπορία και αγκιτάτσια γύρω από τις άμεσα, μεταβατικά και δημοκρατικά αιτήματα που στοχεύει στις μάζες και τους τωρινούς ηγέτες τους.

Οι αργεντινοί επαναστάτες έδρασαν σωστά κατά τη διάρκεια των ημερών των πέντε προέδρων στο να βάλλουν στην ημερήσια διάταξη το κάλεσμα για εκλογές ανακλητών αντιπροσώπων σε μια ηγεμονική συνταγματική συνέλευση. Σ’ αυτές τις εκλογές θα ήταν ζωτικό για τους εξουσιοδοτημένους αντιπροσώπους των εργατών, των αγροτών και των φτωχών να σιγουρευτούν ότι δεν κυριαρχούνταν από τους διεφθαρμένους πολιτικούς της αντίπαλης ολιγαρχίας.

Όμως το σύνθημα της συνταγματικής συνέλευσης εγείρει αμέσως το ζήτημα του τι είδους κυβέρνηση θα προκύψει και με τι πρόγραμμα από μια τέτοια συνέλευση. Η απάντηση που πρόβαλλαν οι επαναστάτες ήταν μια εργατική κυβέρνηση βασισμένη στα εργατικά συμβούλια (σοβιέτ). Πάντως, εξαιτίας διαφόρων παραγόντων- συμπεριλαμβανομένης μιας ολοκληρωτικής γενικής απεργίας- δεν υπήρξε κανένα αντιπροσωπευτικό μαχητικό όργανο του προλεταριάτου και των λαϊκών μαζών σ’ αυτή την περίοδο του αγώνα.

Η ύπαρξη των λαϊκών συνελεύσεων ήρθε σαν αποτέλεσμα των κινητοποιήσεων των ανέργων, από τους “κατσαρολάζους” που καθοδηγούνται από τη μεσαία τάξη και από τα μαχητικά κομμάτια των εργατών (συχνά από τις επιχειρήσεις που αντιμετώπιζαν κλείσιμο). Επειδή αυτές οι λαϊκές συνελεύσεις δεν είναι οργανωμένες γύρω από εργατικούς χώρους και δεν καθοδηγούνται από τους εκλεγμένους αντιπροσώπους της εργατικής τάξης- εξαιτίας της δικαιολογημένης αηδίας των μαζών για τους διεφθαρμένους αστούς πολιτικούς και γραφειοκράτες των σωματίων- αυτές λοιπόν καθοδηγούνται με μια λαϊκίστικη, αναρχίζουσα αποστροφή προς τα κόμματα και τις εκλογές- την εκλογή ηγετών για παράδειγμα.

Όταν όμως περιέχει ένα κατανοητό και προοδευτικό στοιχείο- δηλαδή την επιθυμία για άμεση δημοκρατία, εξουσία δομημένη- μπορεί να μπει τέλος στην μάχη ενάντια στον εαυτό της. Αν αυτή η διάθεση συνεχίζει να διαπνέει τις λαϊκές συνελεύσεις δεν θα μπορέσουν να παίξουν ηγετικό ρόλο στον αγώνα και θα εξουθενώσουν ταχύτατα τους εαυτούς τους. Αν αυτή η οπτική συνεχίσει να υπάρχει οι λαϊκές συνελεύσεις ποτέ δεν θα εξελιχθούν σε σοβιετικού τύπου συμβούλια. Αυτό μπορεί να αποτελέσει εμπόδιο από τα “κάτω” όπως τα γραφειοκρατικά σωματεία είναι εμπόδιο από τα “πάνω”. Τελικά, η διαφορά μεταξύ των κυνικών γραφειοκρατών και των σοβαρών πικετέρος μπορεί να έχει ένα αντικειμενικά μοιραίο αντίκτυπο.

Μια μεταβατική φάση- μια εκτεταμένη προεπαναστατική κατάσταση- πέτυχε με τις “επαναστατικές μέρες” του Δεκέμβρη. Ήταν τότε που οι καταλήψεις εργοστασίων και η αντίσταση στα κλεισίματα, οι κατσαρολάζος της αγριεμένης μεσαίας τάξης, οι διαδηλώσεις και οι πορείες των ανέργων και των φτωχών αγροτών συνεχίζονταν με αυξανόμενη ένταση μάλιστα. Όμως τώρα κινητοποιούνται εκατοντάδες κι όχι οι εκατοντάδες χιλιάδες ή εκατομμύρια του Δεκέμβρη.

Οι πλατιές μάζες περίμεναν να δουν τι θα κάνει ο Ντουάλτε- όχι απαραίτητα από εμπιστοσύνη ή με ενθουσιασμό, μάλλον με αμφιβολία και φόβο. Περίμεναν γιατί η ηγεσία τους παρεμπόδισε τα συνδικάτα σαν όργανα πάλης του αγώνα αλλά και επειδή δεν είδαν μια εναλλακτική ηγεσία που μπορούσαν να εμπιστευτούν σε σχέση με τους διεφθαρμένους γραφειοκράτες και καμιά εναλλακτική κυβέρνηση πέρα απ’ αυτή του Ντουάλτε.

Η κυβέρνηση του Ντουάλτε είναι λοιπόν μια κυβέρνηση ταξικής συνεργασίας. Βέβαια όχι σαν ένα τυπικό λαϊκό μέτωπο (γιατί δεν υπάρχει ένα αρκετά μεγάλο αστικό- εργατικό κόμμα στη βουλή να προβάλλει την προλεταριακή συνιστώσα), έχει ωστόσο την ενεργή υποστήριξη των ηγετών των σωματίων. Φανερώνει την κλασσική μέθοδο του να αποπροσανατολίσει ή να αποτρέψει την εν δυνάμει επανάσταση, ενσωματώνοντας τα σωματεία (μέσω των γραφειοκρατών τους) και την εργατική και λαϊκή βάση των προαστίων των μεγαλουπόλεων, που πρόσκειται στους Περονιστές, μέσω του πελατειακού καθεστώτος του PJ.

Για να εκτεθεί, να αποσυντονιστεί και να διαλυθεί αυτό το καθεστώς συνεργασίας πολιτικής εξουσίας και σωματίων χρειάζεται μια ευρεία προπαγάνδα μιας σειράς αιτημάτων από τους επαναστάτες και απ’ όλη την μαχητική πρωτοπορία. Για όσο καιρό ο Ντουάλτε εφαρμόζει την εμπνευσμένη από το ΔΝΤ χρηματοδότηση ο αγώνας πρέπει να συνοψιστεί σε αιτήματα όπως:

Να σταματήσει η συνεργασία με το ΔΝΤ- όχι σε όλα τα πακέτα λιτότητας.

Εξολοκλήρου αποκήρυξη των εξωτερικών δανείων,

Και το coralito για όλες τις καταθέσεις πάνω από 100,000 δολάρια!

Εθνικοποίηση των τραπεζών υπό εργατικό έλεγχο και επιθεώρηση όλων των μεταφορών χρημάτων.

Απελευθέρωση όλων των πολιτικών κρατουμένων τώρα. Να δικαστούν όλοι οι υπεύθυνοι για δολοφονίες από λαϊκά δικαστήρια.

Να εθνικοποιηθούν όλες οι επιχειρήσεις που έχουν κηρύξει πτώχευση καθώς και όσες έχουν δηλώσει πλεόνασμα, χωρίς αποζημιώσεις, κάτω από εργατικό έλεγχο.

Ένα πρόγραμμα κοινωνικά χρήσιμων εργασιών που να δίνει δουλειά σε πάνω από 3.000.000 ανέργους.Ένα τέτοιο πρόγραμμα πρέπει να τελεί υπό εργατικό έλεγχο και να πληρώνεται με τον μέσο μισθό.

Εθνικοποίηση των πολυεθνικών σούπερ- μάρκετ υπό εργατικό έλεγχο και διανομή τροφίμων στους φτωχούς.

Κατάσχεση των κεφαλαίων των ξένων τραπεζών καθώς και των πολυεθνικών.

Αυτά τα αιτήματα είναι- όπως σε όλους τους αγώνες που απαιτούν συγκεκριμένα μέτρα απ’ αυτούς που είναι στην εξουσία- άμεσα απευθυνόμενα στην κυβέρνηση του Ντουάλτε. Στην παρούσα κατάσταση μπορούν να βοηθήσουν στο να γκρεμιστούν οι αυταπάτες σε διάφορων κοινωνικών ομάδων όσον αφορά στον Ντουάλτε. Φυσικά οι τροτσκιστές πρέπει να κάνουν ξεκάθαρο ότι ο Ντουάλτε ποτέ δε θα υπερασπιστεί τα συμφέροντα των εργατών. Θα χρειαστεί ένα ογκώδες κύμα λαϊκής αντίστασης, εκεί που η εργατική τάξη παίζει όλο και μεγαλύτερο ρόλο, για να σταματήσει την επίθεσή του.

Οι επαναστάτες πρέπει να συνεχίζουν να προπαγανδίζουν τη γενική απεργία ενάντια στα αντιδραστικά μέτρα του Ντουάλτε- και τα οικονομικά (Χρηματοδότηση του ΔΝΤ) και τα πολιτικά (το καινούργιο σύνταγμα). Η συγκεκριμένη αγκιτάτσια πρέπει να είναι αιχμηρή και σαφής για οποιοδήποτε σοβαρό μέτρο που ανακοινώνεται και χτυπάει τις μάζες. Είναι απαραίτητο να περιέχει καλέσματα σε όλους τους ηγέτες των σωματίων να σπάσουν από τον Ντουάλτε, γιατί όλα τα μέλη των οργανώσεων των οποίων ηγούνται χρειάζονται στον αγώνα. Το να μην πράξει κανείς μ’ αυτό τον τρόπο θα ήταν σαν να τους αφήνει στην ησυχία τους να προδώσουν τα μέλη τους και να συνεχίσουν να ζουν τη βολεμένη με τις συνεργασίες τους ζωή τους.

Μήπως αυτό σημαίνει ότι αποκλείεται μια αυθόρμητη μαζική απεργία χωρίς την έγκριση των γραφειοκρατικών σωματίων; Καθόλου. Είναι πιθανή αν οι ηγέτες των σωματίων απελπισμένοι προσκολληθούν στον Ντουάλτε…Αλλά έτσι κι αλλιώς αυτό είναι απίθανο, όπως μας έδειξαν οι γενικές απεργίες του παρελθόντος που συγκαλέστηκαν από τις ηγεσίες των σωματίων. Αλλά ακόμα κι αν άρχιζε μια αυθόρμητη γενική απεργία η εμπειρία των χρόνων μας έχει δείξει ότι όσο οι μάζες δεν έχουν εναλλακτικές μαζικές οργανώσεις θα παραμένουν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο προσκολλημένοι στις παραδοσιακά επίσημες ηγεσίες.

Δεδομένης της παρούσας έλλειψης μαζικής οργανώσεων μέσα στις επιχειρήσεις και την συνεχώς εξαρτημένη δύναμη των ηγεσιών των σωματίων είναι μάλλον απίθανο οι μάζες να σπάσουν απ’ αυτούς με την πρώτη. Είναι πολύ πιο πιθανό να υπάρξει μια μεταβατική διαδικασία στην οποία οι μάζες ριζοσπαστικοποιούνται, οι γραφειοκράτες θα προσπαθήσουν να διατηρήσουν τον έλεγχο, οργανώνοντας μερικές διαμαρτυρίες, οι μάζες θα κινηθούν προς τ’ αριστερά και ο διχασμός θα φανεί και μέσα στη γραφειοκρατία.

Μια επαναστατική τακτική πρέπει να αρχίσει από την πιο πιθανή εξέλιξη της παρούσας κατάστασης- κι όχι από τις απίθανες δυνατότητες. Γι’ αυτό η τροτσκιστική πολιτική πρέπει να περιλαμβάνει τον συνδυασμό των αιχμηρών και ταυτόχρονα παιδαγωγικών καταγγελιών των ηγετών, καλέσματα των μαζών στη δράση και την αυτοοργάνωση καθώς και μια συστηματική εφαρμογή της τακτικής του ενιαίου μετώπου από κάτω κι από πάνω.

Αν κάποια ή όλα τα ομοσπονδιακά σωματεία είναι αναγκασμένα να καλέσουν μια τυπική γενική απεργία και/ ή αν ένα μαζικό απεργιακό κύμα αναπτυχθεί “από τα κάτω”, τότε η αναγκαιότητα για εκλεγμένες επιτροπές αγώνα, που να συντονίζονται μέσα από τα εργοστάσια και τους εργασιακούς χώρους, αμυντικές οργανώσεις βασισμένες στις πικέτες, γίνεται το πρώτο καθήκον στην ημερήσια διάταξη. Μπορούν να λειτουργήσουν ανασταλτικά για να αποτρέψουν κάθε ενδεχόμενο υποχώρησης. Όμως μόνο η συνεχής, παρατεινόμενη (έπ’ αόριστον), απεργιακή δράση είναι πιθανό να οδηγήσει στην δημιουργία οργάνων δυαδικής εξουσίας, βλέπε σοβιέτ, και στην κατάρρευση της κυβέρνησης.

Ο αγώνας για να σταματήσουν οι διεφθαρμένες συμμορίες των αστών πολιτικών να εκμεταλλεύονται τη χώρα και να την παραδίδουν στα χέρια του ιμπεριαλισμού μπορεί να τελειώσει μόνο με την κατάληψη της εξουσίας από την εργατική τάξη, που θα οδηγήσει όλο τον κόσμο- με λίγα λόγια από τη σοσιαλιστική επανάσταση. Μόνο μια επαναστατική κυβέρνηση εργατών μπορεί πραγματικά να εκτελέσει τις παραπάνω διεκδικήσεις. Βάζοντας αυτό το καθήκον μπροστά στους ηγέτες των σωματείων το κάνουμε να λειτουργήσει σαν γέφυρα εμπειρίας στην πράξη από τις ίδιες τις μάζες σαν να βρισκόμασταν στ’ αλήθεια στην αρχή της σοσιαλιστικής επανάστασης.

Η παρούσα προεπαναστατική κατάσταση μπορεί ξανά να εξελιχθεί σε επαναστατική κατάσταση κι ακόμα μέσα σε μια αληθινή επανάσταση- με την ανάπτυξη της δυαδικής εξουσίας- υπό έναν όρο. Αρκεί η κρίση ηγεσίας του προλεταριάτου ν’ αρχίσει να λύνεται: η παράλυση των μαζικών δυνάμεων του προλεταριάτου από την παρούσα ηγεσία του να ξεπεραστεί.

Οι αντικειμενικές συνθήκες για να συμβεί αυτό είναι μια περαιτέρω χειροτέρευση της οικονομικής κρίσης, η συνέχιση των ανυποχώρητων απαιτήσεων λιτότητας του ΔΝΤ, περαιτέρω συνθηκολόγηση του Ντουάλτε πάνω σ’ αυτές, η συνέχιση και η όξυνση της αγωνιστικότητας των εργατών και της πρωτοπορίας των ανέργων, καθώς και η οργισμένη ριζοσπαστικοποίηση της μεσαίας τάξης.

Υπάρχουν σημάδια που δείχνουν ότι αυτές οι συνθήκες θα αγγίξουν ξανά τις μάζες- προκαλώντας περισσότερες “επαναστατικές ημέρες”. Σ’ αυτές τις συνθήκες είναι πραγματικά απίθανο για την συνδικαλιστική γραφειοκρατία να συνεχίζει να υποστηρίζει τον Ντουάλτε και ταυτόχρονα να έχει την υποστήριξη της βάσης. Πρέπει να έρθουν αντιμέτωποι όχι μόνο με την αυθόρμητη οργή των μαζών αλλά με τη συνειδητή έκφρασή της που δίνουν οι επαναστάτες.

Το κλειδί είναι να βρούμε τις σωστές ερωτήσεις για την περίοδο που είναι: (ι) πώς να στήσουμε όργανα του αγώνα της εργατικής τάξης που να μπορούν να γίνουν όργανα εξουσίας, δηλαδή πώς να φτιάξουμε αλυσίδες σοβιέτ- σαν σώματα (πυρήνες) και (ιι) πώς να χτίσουμε ένα μαζικό επαναστατικό εργατικό κόμμα.

Να δημιουργηθούν αγωνιστικά δημοκρατικά όργανα σοβιετικού τύπου σημαίνει όχι μόνο να γίνει συνειδητό στο κίνημα το κοινωνικό βάρος που έχει η εργατική τάξη, σημαίνει επίσης να βοηθηθούν οι εργάτες να δοκιμάσουν, να απορρίψουν και να αντικαταστήσουν τις υπάρχουσες ηγεσίες τους σε όλα τα επίπεδα. Είναι γι αυτό ζωτικής σημασίας οι εκπρόσωποι, να είναι υπεύθυνοι και ανακλητοί, να εκλέγονται στους χώρους εργασίας, σε τομείς της λαϊκής και εργατικής τάξης και από τις ενώσεις ανέργων.

Οι επαναστάτες πρέπει να προσπαθήσουν να οργανώσουν τα πρωτοποριακά στοιχεία και να ιδρύσουν πρακτικά παραδείγματα σωμάτων (πυρήνων) όπου έχουν τη δύναμη να το κάνουν αυτό. Η πρωτοπορία πρέπει την ίδια στιγμή να πλησιάσει τα ηγετικά στοιχεία των μαζικών οργανώσεων και να τα κερδίσει στο να ακολουθήσουν το παράδειγμά τους. Αν επιτευχθεί αυτό τότε πρέπει να βοηθήσουν αυτά τα στοιχεία να οργανωθούν επιτροπές μέσα στο σωματείο τους ή την οργάνωσή τους για την εργατική δημοκρατία και μαχητικές πολιτικές για τον αγώνα της τάξης.

Την ίδια στιγμή πρέπει να ετοιμαστεί μια σειρά αιτημάτων που να εκθέτει τις ηγεσίες τους στο να αποφασίσουν κατά μέτωπο δράση και άμεση ικανοποίηση των αιτημάτων. Αυτό θα είναι πιο αποτελεσματικό από τις λογοτεχνικές ή βερμπαλιστικές ανακοινώσεις. Γιατί δεν έχουν σημασία όσο ανηλεείς κι αν είναι γιατί παραμένουν “παθητική προπαγάνδα”.

Άμεσα συνδεδεμένο με το παραπάνω είναι το θέμα εξοπλισμού των εργατών. Σήμερα αυτό το θέμα πρέπει να τεθεί ως κάλεσμα για οργανώσεις αυτοάμυνας κατά της κρατικής καταστολής, όπως επίσης κατά των παρακρατικών δολοφονικών ομάδων που είδαμε στις συγκρούσεις μεταξύ των υποστηρικτών του Ντουάλτε και της αριστεράς. Χρειαζόμαστε αιτήματα που να μας ενώσουν με τις επιτροπές των στρατιωτών έτσι ώστε να σπάσουν την διοικητική αλυσίδα και να δημιουργήσουν συμβούλια.

Το αποφασιστικό βήμα τώρα είναι να έρθει η εργατική τάξη στην ηγεσία του κινήματος, δηλαδή να χτιστεί το επαναστατικό κόμμα της αργεντινής εργατικής τάξης. Αν το θέμα της ηγεσίας της εργατικής τάξης δεν λυθεί, οι μη προλεταριακές τάξεις και στρώματα θα αναζητήσουν διαφορετική πολιτική ηγεσία ή ηγεσίες άλλων τάξεων θα ανοίξουν τον δρόμο μέσα από τα φτωχά στρώματα. Σαν αποτέλεσμα η μεσαία τάξη θα γλιστρήσει πίσω στα δεξιά- πιθανότατα πολύ δεξιά.

Το αργεντινό εργατικό κίνημα πρέπει να έχει το δικό του πολιτικό κόμμα, ικανό να πολεμήσει και να νικήσει τα κόμματα και τους κρατικούς μηχανισμούς της αστικής τάξης της Αργεντινής και του ιμπεριαλισμού. Η εργατική πρωτοπορία χρειάζεται ένα κόμμα με το οποίο να μπορεί να καθοδηγήσεις τις μαζικές οργανώσεις της τάξης και με το οποίο θα μπορεί επιτυχώς να συνθλίψει την πολιτική επιρροή του Περονισμού. Αυτό δεν είναι ένα μακρινό, αλλά ένα ΑΜΕΣΟ καθήκον. Ποιες είναι η τακτικές που χρειάζονται για να υπάρξουν θετικές εξελίξεις;

Κατ’ αρχήν αυτή η διαδικασία χρειάζεται να ανοιχτεί σε όλες τις οργανώσεις των εργαζομένων είτε είναι πολιτικές είτε είναι σωματεία. Είναι ένας αγώνας για την ανεξαρτησία της τάξης, δηλαδή αγώνας για να σπάσουν τα σωματεία (και οι πολιτικές οργανώσεις που ισχυρίζονται ότι είναι τις εργατικής τάξης) από όλες φόρμες δεσμού ή εξάρτησης με τα αστικά κόμματα- PJ, Frepaso, the Radicals- και από κάθε σχεδιασμό λαϊκού μετώπου ή ταξικής συνεργασίας.

Η αριθμητική ανάπτυξη μιας επαναστατικής προπαγανδιστικής ομάδας μερικών εκατοντάδων είναι μάλλον απίθανο να συμβεί στα χρονικά όρια της παρούσας κρίσης. Γι αυτό πρέπει να αναπτυχθεί μια συγκεκριμένη τακτική που να κάνει δυνατή για όλους τους προχωρημένους εργάτες όλων των τομέων του αγώνα να φτιάξουν πυρήνες ενός ανεξάρτητου ταξικού κόμματος του προλεταριάτου, εκδίδοντας ένα πρόγραμμα επαναστατικής δράσης για την εργατική εξουσία για την οποία και θα παλέψει.

Μια τακτική για να πραγματοποιηθεί αυτό είναι η τακτική του εργατικού κόμματος. Αυτό για το οποίο συνηγόρησε ο Τρότσκι στο τέλος της δεκαετίας του ’30 για τις Η.Π.Α. Στοχεύει να κερδίσει την πλειοψηφία των πρωτοπόρων μαχητών της εργατικής τάξης στον αγώνα, χρησιμοποιώντας τις δικές τους υπάρχουσες οργανώσεις και “ανακαλύπτοντας” καθ’ οδόν το πρόγραμμά της, μακριά από τον “απολιτικό” οικονομισμό και συνδικαλισμό και την προσκόλλησή της στα αστικά κόμματα.

Στην Αργεντινή σήμερα αυτό σημαίνει- όταν τουλάχιστον το αίτημα αυτό απευθύνεται σε όλες τις οργανώσεις της εργατικής τάξης και των εργαζόμενων και των ανέργων και στις λαϊκές οργανώσεις των παραγκουπόλεων- εκτοξεύοντας συγκεκριμένα συμπαγή συνθήματα που θα κινητοποιούν όσους πραγματικά μάχονται τα αφεντικά και την κυβέρνηση με ιδιαίτερη έμφαση σε συγκεκριμένους τομείς της εργατική τάξης.

Σημαίνει σύγκληση τοπικών, νομαρχιακών και κατά διαστήματα εθνικών συνδιασκέψεων για την εκστρατεία του εργατικού κόμματος και τη συζήτηση γύρω από ένα ενοποιητικό πρόγραμμα δράσης. Ένα τέτοιο κάλεσμα μπορεί επίσης να απευθυνθεί και σε οργανώσεις του κέντρου καθώς και σε όποιες κινούνται προς μια επαναστατική κατεύθυνση, συμπεριλαμβανομένων των τακτικών συμφωνιών για να επιτευχθούν από κοινού χτυπήματα. Είναι απόλυτα απαραίτητο για τους επαναστάτες να πολεμήσουν από την αρχή για ένα τέτοιο εργατικό κόμμα με επαναστατικό χαρακτήρα. Αφήνουμε στους ρεφορμιστές και τους κεντριστές τους τσακωμούς πάνω σε ένα ρεφορμιστικό πρόγραμμα ή σ’ ένα βραχύ ανακάτεμα ρεφορμισμού και επανάστασης.

Φυσικά δεν είναι προκαθορισμένο ότι ο σχηματισμός ενός κόμματος εργαζομένων θα περάσει μέσα από το σπάσιμο των σωματίων από τον Περονισμό. Η τακτική του εργατικού κόμματος δεν είναι απαραίτητο στάδιο προς την δημιουργία του επαναστατικού κόμματος. Πραγματικά δοσμένης της γραφειοκρατικοποίησης και της διαφθοράς της CGT κλπ, είναι αδύνατο να υποστηρίξεις την τελευταία. Όμως το σύνθημα για ένα εργατικό κόμμα μπορεί να παίξει ένα ζωτικό ρόλο στο κέρδισμα ουσιαστικών δυνάμεων στα χαμηλότερα επίπεδα των γραφειοκρατικών σωματίων σε τέτοιο σημείο ώστε να τεθούν στην άμεση επιρροή της επαναστατική πρωτοπορίας.

Οι αργεντινοί επαναστάτες πρέπει να ετοιμάσουν ένα πρόγραμμα δράσης για την εκπαίδευση και τον εξοπλισμό της πρωτοπορίας της εργατικής τάξης, που όλο και εξαπλώνεται- όπως η βάση ενός επαναστατικού κόμματος- και να προσπαθήσουν να συζητηθεί και να υιοθετηθεί από τις μαχητικές οργανώσεις εργαζομένων. Μπορεί να προκαλέσει τους κεντριστές να ενωθούν στον αγώνα για το χτίσιμο ενός μαζικού εργατικού κόμματος στη βάση αυτού του προγράμματος.

Η ανικανότητα των κεντριστών- των PO, MAS, MST- μπορεί κανείς να τη διακρίνει από τη σύγχυση που κουβαλάνε στις μαζικές συγκεντρώσεις με τα σοβιετικού τύπου σώματα, που αποτελούνται από αντιπροσώπους: στην άποψή τους ότι η συντακτική συνέλευση είναι η βάση της εργατική κυβέρνησης, στην αποτυχία τους να καλέσουν ξεκάθαρα για οργανώσεις αυτοάμυνας της εργατικής τάξης, στην άρνησή τους να προφέρουν έστω τα πολιτικά καθήκοντα που ξεσηκώνουν και ολοκληρώνουν μια προλεταριακή επανάσταση.

Ξεκάθαρα κάθε μια πιθανή ενότητα σε χαμηλότερο επίπεδο μ’ αυτούς τους κεντριστές, όσο τουλάχιστον διατηρούν τις μεθόδους τους, σημαίνει ενότητα στο χτίσιμο ενός ακόμα εμποδίου στην επαναστατική ηγεσία της εργατικής τάξης. Μπορεί να είναι μόνο μια συνεισφορά στην κρίση ηγεσίας…

Τελευταίο σε σειρά αλλά όχι σε σημασία είναι η διεθνής προοπτική της αργεντινής επανάστασης. Οι ανά τον κόσμο επαναστάτες, μαχητές της εργατικής τάξης, ολόκληρο το αντικαπιταλιστικό κίνημα πρέπει να κινητοποιηθεί σε πλήρη αλληλεγγύη στην πράξη με τους εργάτες της Αργεντινής. Πρέπει να θέσουν ως στόχο τους να πιέσουν τις καπιταλιστικές χώρες να ακυρώσουν το χρέος της Αργεντινής εξολοκλήρου και χωρίς όρους και να προλάβουν κάθε οικονομικό αποκλεισμό αν η Αργεντινή αποκηρύξει το χρέος. Η παγκοσμιοποίηση του ιμπεριαλισμού βάζει αυτό το καθήκον σε ημερήσια διάταξη.

Η αργεντινή είναι ένα οξύ τεστ για τους επαναστάτες. Περιλαμβάνει πλούσια μαθήματα όσον αφορά στην εξέλιξη του προγράμματός μας και των οργανώσεων μας. Δείχνει ότι η παγκόσμια επανάσταση δεν παίρνει αναβολή. Πραγματικά αυτός ο αγώνας είναι το κεντρικό καθήκον της προσεχούς περιόδου. Οι επαναστάτες όλου του κόσμου που μάχονται για την προλεταριακή επανάσταση όχι μόνο στην Αργεντινή αλλά σε όλο τον πλανήτη και παλεύουν ενάντια στην επίθεση σύσσωμης της παγκοσμιοποίησης και “του πολέμου ενάντια στην τρομοκρατία” πρέπει ενωμένοι να απευθύνουν κάλεσμα για μια ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΔΙΕΘΝΗ, βασισμένη σ’ ένα Λενινιστικό- Τροτσκιστικό πρόγραμμα και σε μια δημοκρατικά συγκεντρωτική οργάνωση.

Συζήτηση

Δεν υπάρχουν σχόλια.

Σχολιάστε

Αρχείο

Aπό εδώ μπαίνετε στο site της KOKKINHΣ ΟΡΧΗΣΤΡΑΣ ΑΘΗΝΑΣ

web counter

Blog Stats

  • 46.723